Τα σημερινά αυτονόητα που κάποτε… δεν υπήρχαν
Στις μέρες μας πολλά από τα αντικείμενα που χρησιμοποιούμε τα
θεωρούμε… αυτονόητα και μάλλον δε θα μπορούσαμε να φανταστούμε καν πώς
θα ήταν η ζωή μας χωρίς αυτά.
Φυσικά, όλα αυτά οφείλονται σε ορισμένα εξαιρετικά μυαλά της εκάστοτε εποχής, τα οποία είχαν την έμπνευση να πειραματιστούν με κάτι διαφορετικό… και αποδείχθηκαν άκρως πετυχημένα.
Δείτε παρακάτω επτά εφευρέσεις που οφείλουν την επιτυχία τους, με κάποιο τρόπο, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο:
1. Σερβιέτες
Η μικρή αμερικανική εταιρεία Kimberly-Clark είχε εφεύρει, προτού ξεσπάσει ο πόλεμος, ένα υλικό που άκουγε στο όνομα «Cellucotton». Ο αντιπρόεδρος της εταιρείας James C Kimberly και ο επικεφαλής του τμήματος έρευνας Ernst Mahler είχαν επισκεφτεί χαρτοβιομηχανίες και εργοστάσια παραγωγής χαρτοπολτού σε Γερμανία, Αυστρία και Σκανδιναβία το 1914 και εντόπισαν ένα υλικό πέντε φορές πιο απορροφητικό από το βαμβάκι, το οποίο όταν παραγόταν μαζικά ήταν επίσης πολύ πιο φτηνό.
Το πήραν μαζί τους πίσω στις ΗΠΑ και το κατοχύρωσαν. Όταν οι ΗΠΑ μπήκαν στον πόλεμο το 1917 άρχισαν να παράγουν βάτες για χειρουργικές ρόμπες με πολύ εντατικούς ρυθμούς.
Όμως οι νοσοκόμες του Ερυθρού Σταυρού στα πεδία των μαχών συνειδητοποίησαν ότι μπορούσαν να το χρησιμοποιούν και για τη δική τους, προσωπική υγιεινή… κάτι που τελικά απέφερε ακόμη μεγαλύτερα κέρδη στην εταιρεία.
«Το τέλος του πολέμου το 1918 είχε ως αποτέλεσμα να ανασταλεί προσωρινά η παραγωγή, καθώς οι κύριοι πελάτες της εταιρείας –ο στρατός και ο Ερυθρός Σταυρός- δε χρειάζονταν πια τα προϊόντα της» αναφέρει η εταιρεία σύμφωνα με δημοσίευμα του Stephen Evans στο BBC News Magazine.
Έτσι, η εταιρεία αγόρασε εκ νέου το πλεόνασμα από το στρατό και δημιούργησε μια νέα αγορά για τα προϊόντα της.
«Μετά από δύο χρόνια εντατικών μελετών, δοκιμών και έρευνας αγοράς η ομάδα της K-C δημιούργησε μια σερβιέτα από Cellucotton και λεπτή γάζα και το 1920 σε ένα μικρό ξύλινο υπόστεγο στη Neenah του Ουισκόνσιν, γυναίκες εργαζόμενες άρχισαν να παράγουν το προϊόν με το χέρι» προσθέτει η ίδια πηγή.
Το νέο προϊόν ονομάστηκε Kotex (από τις λέξεις «cotton texture», δηλαδή «υφή βαμβακιού») και άρχισε να πωλείται στο κοινό τον Οκτώβριο του 1920.
2. Χαρτομάντιλα
Το μάρκετινγκ των σερβιετών δεν ήταν εύκολη υπόθεση, εν μέρει επειδή οι γυναίκες ήταν διστακτικές να αγοράζουν το προϊόν από άντρες υπαλλήλους. Έτσι, η εταιρεία επέτρεπε στους πελάτες να αφήνουν χρήματα σε ένα κουτί στα διάφορα καταστήματα και οι πελάτες αγόραζαν με αυτόν τον τρόπο το προϊόν τους.
Οι πωλήσεις του Kotex αυξήθηκαν, αλλά όχι τόσο γρήγορα όσο ήλπιζε η εταιρεία Kimberly-Clark. Έτσι, οι ιθύνοντες άρχισαν να αναζητούν άλλους τρόπους χρήσης της πρώτης ύλης που είχαν στα χέρια τους.
Στις αρχές του 1920 ο CA ‘Bert’ Fourness είχε την ιδέα να σιδερώνει το υλικό της κυτταρίνης, προκειμένου να προκύπτει ένα απαλό, μαλακό και λείο ύφασμα. Μετά από αρκετά πειράματα, το 1924 προέκυψαν τα πρώτα μαντιλάκια προσώπου, τα οποία πήραν το όνομα «Kleenex».
3. Λάμπες… ήλιου
Το χειμώνα του 1918 υπολογίζεται ότι τα μισά παιδιά του Βερολίνου υπέφεραν από ραχίτιδα, μια πάθηση εξαιτίας της οποίας τα οστά μαλακώνουν και παραμορφώνονται. Εκείνη την εποχή δεν ήταν γνωστή η ακριβής αιτία, εξαιτίας της οποίας εκδηλωνόταν η συγκεκριμένη πάθηση, όμως οι περισσότεροι πίστευαν ότι σχετιζόταν με τη φτώχεια και την ανέχεια.
Ένας γιατρός, ο Kurt Huldschinsky, παρατήρησε ότι οι ασθενείς του ήταν πολύ χλωμοί. Έτσι, αποφάσισε να κάνει ένα πείραμα σε τέσσερις από αυτούς, ένας εκ των οποίων είναι γνωστός μέχρι και σήμερα. Ήταν ο 3 ετών τότε Arthur.
Ο γιατρός έβαλε τους τέσσερις ασθενείς κάτω από λαμπτήρες υδραργύρου-χαλαζία, οι οποίοι εξέπεμπαν υπεριώδη ακτινοβολία.
Ο Huldschinsky παρατήρησε ότι με τον καιρό τα οστά των νεαρών ασθενών του άρχισαν να δυναμώνουν όλο και πιο πολύ.
Το Μάιο του 1919, όταν καλυτέρευσε ο καιρός, τους έβαζε να κάθονται κάτω από τον ήλιο σε μια ταράτσα.
Τα αποτελέσματα του πειράματός του δημοσιεύτηκαν και έγιναν αποδεκτά με μεγάλο ενθουσιασμό.
Οι ερευνητές αργότερα ανακάλυψαν ότι η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για το «χτίσιμο» των οστών και πως η υπεριώδης ακτινοβολία είναι απαραίτητη σε αυτή τη διαδικασία.
4. Θερινή ώρα
Η ιδέα του να γυρίζουμε τα ρολόγια μπροστά την άνοιξη και πίσω το φθινόπωρο δεν ήταν καινούρια, όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος.
Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος την είχε προτείνει σε μια επιστολή του στο The Journal of Paris το 1784.
Εκείνη την εποχή ξόδευαν πολλά κεριά τα βράδια του καλοκαιριού, επειδή ο ήλιος έδυε προτού πέσουν για ύπνο οι άνθρωποι -υποστήριζε ο ίδιος τότε- και το φως του ηλίου χαραμιζόταν στο ξεκίνημα της ημέρας, επειδή ο ήλιος ανέτειλε ενώ αυτοί εξακολουθούσαν να κοιμούνται.
Παρόμοιες προτάσεις είχαν γίνει και στη Νέα Ζηλανδία το 1895 και στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1909, όμως χωρίς συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Ήταν ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος που έφερε την αλλαγή. Βρισκόμενες αντιμέτωπες με μεγάλες ελλείψεις άνθρακα, οι γερμανικές αρχές διέταξαν στις 30 Απριλίου του 1916 τα ρολόγια να γυρίσουν στις 11 το βράδυ και να δείχνουν μεσάνυχτα, παρέχοντας έτσι μια επιπλέον ‘ώρα ημέρας’ το βράδυ.
Αυτό που ξεκίνησε στη Γερμανία ως ένας τρόπος εξοικονόμησης άνθρακα για θέρμανση και φως γρήγορα εξαπλώθηκε και σε άλλες χώρες.
Η Βρετανία εφάρμοσε τη νέα πρακτική στις 21 Μαΐου της ίδιας χρονιάς και ακολούθησαν κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Στις ΗΠΑ το αμερικανικό κογκρέσο δημιούργησε διαφορετικές ζώνες ώρας στις 19 Μαρτίου του 1918 και η θερινή ώρα επισημοποιήθηκε στις 31 Μαρτίου.
Όταν τελείωσε ο πόλεμος η ιδέα αυτή εγκαταλείφθηκε και πάλι, αλλά σύντομα… επέστρεψε!
5. Σακουλάκια τσαγιού
Το 1918 ένας έμπορος τσαγιού στην Αμερική ξεκίνησε να πουλά τσάι σε μικρά σακουλάκια στους πελάτες του, οι οποίοι άρχισαν να τα ρίχνουν όπως ήταν μέσα σε νερό.
Τα υπόλοιπα… αποτελούν ιστορία.
Μια γερμανική εταιρεία, η Teekanne, αντέγραψε την ιδέα κατά τη διάρκεια του πολέμου και άρχισε να προμηθεύει με μικρά, βαμβακερά σακουλάκια τσαγιού το στρατό, τα οποία αποκαλούσαν τότε «βόμβες τσαγιού».
6. Λουκάνικα για χορτοφάγους
Τα λουκάνικα σόγιας εφευρέθηκαν από τον πρώτο καγκελάριο της Γερμανίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, τον Konrad Adenauer.
Ο Adenauer ήταν δήμαρχος της Κολωνίας κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και καθώς η πείνα άρχισε να χτυπά άσχημα την πόλη του ο ίδιος –ένα εφευρετικό μυαλό- άρχισε να αναζητά τρόπους για να υποκαταστήσει τα διαθέσιμα υλικά με άλλα που άρχισαν να εκλείπουν, όπως το κρέας.
Άρχισε να χρησιμοποιεί ένα μίγμα από ρυζάλευρο, κριθάρι και ρουμάνικο καλαμποκάλευρο για να φτιάχνει ψωμί, αντί για σίτο. Όταν όμως μπήκε και η Ρουμανία στον πόλεμο, τα αποθέματα καλαμποκάλευρου άρχισαν να εξαντλούνται.
Από τα πειράματά του με το ψωμί, στράφηκε προς αναζήτηση μεθόδων για την παραγωγή ενός νέου είδους λουκάνικου και κατέληξε στη χρήση της σόγιας.
Το χορτοφαγικό του λουκάνικο ονομάστηκε «Friedenswurst», δηλαδή το λουκάνικο της ειρήνης.
Ο Adenauer έκανε αίτηση για πατέντα στο Imperial Patent Office της Γερμανίας, όμως δεν έγινε δεκτή. Φαίνεται, πως σύμφωνα με τους τότε ισχύοντες κανονισμούς ένα λουκάνικο δεν μπορούσε να λέγεται λουκάνικο αν δεν περιείχε κρέας.
Όλως περιέργως η Μ. Βρετανία –εχθρός της πατρίδας του εκείνη την εποχή- δεν είχε κανένα πρόβλημα να πατεντάρει το προϊόν του και ο βασιλιάς Γεώργιος ο 5ος του έδωσε την πατέντα για το λουκάνικο σόγιας στις 26 Ιουνίου του 1918.
7. Φερμουάρ
Το γνωστό σε όλους μας φερμουάρ εφηύρε ο σουηδικής καταγωγής Gideon Sundback, που μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Ο ίδιος έγινε ο επικεφαλής του τμήματος σχεδιασμού στην εταιρεία Universal Fastener Company και εφηύρε το «Hookless Fastener» (το φερμουάρ).
Ο αμερικανικός στρατός –και ιδιαίτερα το Ναυτικό- άρχισε να το χρησιμοποιεί σε στολές και μπότες, ενώ μετά τον πόλεμο το προϊόν άρχισε να γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλές και στους πολίτες.
Φυσικά, όλα αυτά οφείλονται σε ορισμένα εξαιρετικά μυαλά της εκάστοτε εποχής, τα οποία είχαν την έμπνευση να πειραματιστούν με κάτι διαφορετικό… και αποδείχθηκαν άκρως πετυχημένα.
Δείτε παρακάτω επτά εφευρέσεις που οφείλουν την επιτυχία τους, με κάποιο τρόπο, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο:
1. Σερβιέτες
Η μικρή αμερικανική εταιρεία Kimberly-Clark είχε εφεύρει, προτού ξεσπάσει ο πόλεμος, ένα υλικό που άκουγε στο όνομα «Cellucotton». Ο αντιπρόεδρος της εταιρείας James C Kimberly και ο επικεφαλής του τμήματος έρευνας Ernst Mahler είχαν επισκεφτεί χαρτοβιομηχανίες και εργοστάσια παραγωγής χαρτοπολτού σε Γερμανία, Αυστρία και Σκανδιναβία το 1914 και εντόπισαν ένα υλικό πέντε φορές πιο απορροφητικό από το βαμβάκι, το οποίο όταν παραγόταν μαζικά ήταν επίσης πολύ πιο φτηνό.
Το πήραν μαζί τους πίσω στις ΗΠΑ και το κατοχύρωσαν. Όταν οι ΗΠΑ μπήκαν στον πόλεμο το 1917 άρχισαν να παράγουν βάτες για χειρουργικές ρόμπες με πολύ εντατικούς ρυθμούς.
Όμως οι νοσοκόμες του Ερυθρού Σταυρού στα πεδία των μαχών συνειδητοποίησαν ότι μπορούσαν να το χρησιμοποιούν και για τη δική τους, προσωπική υγιεινή… κάτι που τελικά απέφερε ακόμη μεγαλύτερα κέρδη στην εταιρεία.
«Το τέλος του πολέμου το 1918 είχε ως αποτέλεσμα να ανασταλεί προσωρινά η παραγωγή, καθώς οι κύριοι πελάτες της εταιρείας –ο στρατός και ο Ερυθρός Σταυρός- δε χρειάζονταν πια τα προϊόντα της» αναφέρει η εταιρεία σύμφωνα με δημοσίευμα του Stephen Evans στο BBC News Magazine.
Έτσι, η εταιρεία αγόρασε εκ νέου το πλεόνασμα από το στρατό και δημιούργησε μια νέα αγορά για τα προϊόντα της.
«Μετά από δύο χρόνια εντατικών μελετών, δοκιμών και έρευνας αγοράς η ομάδα της K-C δημιούργησε μια σερβιέτα από Cellucotton και λεπτή γάζα και το 1920 σε ένα μικρό ξύλινο υπόστεγο στη Neenah του Ουισκόνσιν, γυναίκες εργαζόμενες άρχισαν να παράγουν το προϊόν με το χέρι» προσθέτει η ίδια πηγή.
Το νέο προϊόν ονομάστηκε Kotex (από τις λέξεις «cotton texture», δηλαδή «υφή βαμβακιού») και άρχισε να πωλείται στο κοινό τον Οκτώβριο του 1920.
2. Χαρτομάντιλα
Το μάρκετινγκ των σερβιετών δεν ήταν εύκολη υπόθεση, εν μέρει επειδή οι γυναίκες ήταν διστακτικές να αγοράζουν το προϊόν από άντρες υπαλλήλους. Έτσι, η εταιρεία επέτρεπε στους πελάτες να αφήνουν χρήματα σε ένα κουτί στα διάφορα καταστήματα και οι πελάτες αγόραζαν με αυτόν τον τρόπο το προϊόν τους.
Οι πωλήσεις του Kotex αυξήθηκαν, αλλά όχι τόσο γρήγορα όσο ήλπιζε η εταιρεία Kimberly-Clark. Έτσι, οι ιθύνοντες άρχισαν να αναζητούν άλλους τρόπους χρήσης της πρώτης ύλης που είχαν στα χέρια τους.
Στις αρχές του 1920 ο CA ‘Bert’ Fourness είχε την ιδέα να σιδερώνει το υλικό της κυτταρίνης, προκειμένου να προκύπτει ένα απαλό, μαλακό και λείο ύφασμα. Μετά από αρκετά πειράματα, το 1924 προέκυψαν τα πρώτα μαντιλάκια προσώπου, τα οποία πήραν το όνομα «Kleenex».
3. Λάμπες… ήλιου
Το χειμώνα του 1918 υπολογίζεται ότι τα μισά παιδιά του Βερολίνου υπέφεραν από ραχίτιδα, μια πάθηση εξαιτίας της οποίας τα οστά μαλακώνουν και παραμορφώνονται. Εκείνη την εποχή δεν ήταν γνωστή η ακριβής αιτία, εξαιτίας της οποίας εκδηλωνόταν η συγκεκριμένη πάθηση, όμως οι περισσότεροι πίστευαν ότι σχετιζόταν με τη φτώχεια και την ανέχεια.
Ένας γιατρός, ο Kurt Huldschinsky, παρατήρησε ότι οι ασθενείς του ήταν πολύ χλωμοί. Έτσι, αποφάσισε να κάνει ένα πείραμα σε τέσσερις από αυτούς, ένας εκ των οποίων είναι γνωστός μέχρι και σήμερα. Ήταν ο 3 ετών τότε Arthur.
Ο γιατρός έβαλε τους τέσσερις ασθενείς κάτω από λαμπτήρες υδραργύρου-χαλαζία, οι οποίοι εξέπεμπαν υπεριώδη ακτινοβολία.
Ο Huldschinsky παρατήρησε ότι με τον καιρό τα οστά των νεαρών ασθενών του άρχισαν να δυναμώνουν όλο και πιο πολύ.
Το Μάιο του 1919, όταν καλυτέρευσε ο καιρός, τους έβαζε να κάθονται κάτω από τον ήλιο σε μια ταράτσα.
Τα αποτελέσματα του πειράματός του δημοσιεύτηκαν και έγιναν αποδεκτά με μεγάλο ενθουσιασμό.
Οι ερευνητές αργότερα ανακάλυψαν ότι η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για το «χτίσιμο» των οστών και πως η υπεριώδης ακτινοβολία είναι απαραίτητη σε αυτή τη διαδικασία.
4. Θερινή ώρα
Η ιδέα του να γυρίζουμε τα ρολόγια μπροστά την άνοιξη και πίσω το φθινόπωρο δεν ήταν καινούρια, όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος.
Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος την είχε προτείνει σε μια επιστολή του στο The Journal of Paris το 1784.
Εκείνη την εποχή ξόδευαν πολλά κεριά τα βράδια του καλοκαιριού, επειδή ο ήλιος έδυε προτού πέσουν για ύπνο οι άνθρωποι -υποστήριζε ο ίδιος τότε- και το φως του ηλίου χαραμιζόταν στο ξεκίνημα της ημέρας, επειδή ο ήλιος ανέτειλε ενώ αυτοί εξακολουθούσαν να κοιμούνται.
Παρόμοιες προτάσεις είχαν γίνει και στη Νέα Ζηλανδία το 1895 και στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1909, όμως χωρίς συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Ήταν ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος που έφερε την αλλαγή. Βρισκόμενες αντιμέτωπες με μεγάλες ελλείψεις άνθρακα, οι γερμανικές αρχές διέταξαν στις 30 Απριλίου του 1916 τα ρολόγια να γυρίσουν στις 11 το βράδυ και να δείχνουν μεσάνυχτα, παρέχοντας έτσι μια επιπλέον ‘ώρα ημέρας’ το βράδυ.
Αυτό που ξεκίνησε στη Γερμανία ως ένας τρόπος εξοικονόμησης άνθρακα για θέρμανση και φως γρήγορα εξαπλώθηκε και σε άλλες χώρες.
Η Βρετανία εφάρμοσε τη νέα πρακτική στις 21 Μαΐου της ίδιας χρονιάς και ακολούθησαν κι άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Στις ΗΠΑ το αμερικανικό κογκρέσο δημιούργησε διαφορετικές ζώνες ώρας στις 19 Μαρτίου του 1918 και η θερινή ώρα επισημοποιήθηκε στις 31 Μαρτίου.
Όταν τελείωσε ο πόλεμος η ιδέα αυτή εγκαταλείφθηκε και πάλι, αλλά σύντομα… επέστρεψε!
5. Σακουλάκια τσαγιού
Το 1918 ένας έμπορος τσαγιού στην Αμερική ξεκίνησε να πουλά τσάι σε μικρά σακουλάκια στους πελάτες του, οι οποίοι άρχισαν να τα ρίχνουν όπως ήταν μέσα σε νερό.
Τα υπόλοιπα… αποτελούν ιστορία.
Μια γερμανική εταιρεία, η Teekanne, αντέγραψε την ιδέα κατά τη διάρκεια του πολέμου και άρχισε να προμηθεύει με μικρά, βαμβακερά σακουλάκια τσαγιού το στρατό, τα οποία αποκαλούσαν τότε «βόμβες τσαγιού».
6. Λουκάνικα για χορτοφάγους
Τα λουκάνικα σόγιας εφευρέθηκαν από τον πρώτο καγκελάριο της Γερμανίας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, τον Konrad Adenauer.
Ο Adenauer ήταν δήμαρχος της Κολωνίας κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και καθώς η πείνα άρχισε να χτυπά άσχημα την πόλη του ο ίδιος –ένα εφευρετικό μυαλό- άρχισε να αναζητά τρόπους για να υποκαταστήσει τα διαθέσιμα υλικά με άλλα που άρχισαν να εκλείπουν, όπως το κρέας.
Άρχισε να χρησιμοποιεί ένα μίγμα από ρυζάλευρο, κριθάρι και ρουμάνικο καλαμποκάλευρο για να φτιάχνει ψωμί, αντί για σίτο. Όταν όμως μπήκε και η Ρουμανία στον πόλεμο, τα αποθέματα καλαμποκάλευρου άρχισαν να εξαντλούνται.
Από τα πειράματά του με το ψωμί, στράφηκε προς αναζήτηση μεθόδων για την παραγωγή ενός νέου είδους λουκάνικου και κατέληξε στη χρήση της σόγιας.
Το χορτοφαγικό του λουκάνικο ονομάστηκε «Friedenswurst», δηλαδή το λουκάνικο της ειρήνης.
Ο Adenauer έκανε αίτηση για πατέντα στο Imperial Patent Office της Γερμανίας, όμως δεν έγινε δεκτή. Φαίνεται, πως σύμφωνα με τους τότε ισχύοντες κανονισμούς ένα λουκάνικο δεν μπορούσε να λέγεται λουκάνικο αν δεν περιείχε κρέας.
Όλως περιέργως η Μ. Βρετανία –εχθρός της πατρίδας του εκείνη την εποχή- δεν είχε κανένα πρόβλημα να πατεντάρει το προϊόν του και ο βασιλιάς Γεώργιος ο 5ος του έδωσε την πατέντα για το λουκάνικο σόγιας στις 26 Ιουνίου του 1918.
7. Φερμουάρ
Το γνωστό σε όλους μας φερμουάρ εφηύρε ο σουηδικής καταγωγής Gideon Sundback, που μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Ο ίδιος έγινε ο επικεφαλής του τμήματος σχεδιασμού στην εταιρεία Universal Fastener Company και εφηύρε το «Hookless Fastener» (το φερμουάρ).
Ο αμερικανικός στρατός –και ιδιαίτερα το Ναυτικό- άρχισε να το χρησιμοποιεί σε στολές και μπότες, ενώ μετά τον πόλεμο το προϊόν άρχισε να γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλές και στους πολίτες.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου