Η κατάθλιψη αποτελεί μία από τις συχνές ψυχικές
διαταραχές (τουλάχιστον ένα καταθλιπτικό επεισόδιο σε περίπου 20% του
πληθυσμού), με σημαντικές επιπτώσεις στη ζωή τού ατόμου αλλά και στην
οικονομία των κρατών.
Υπολογίζεται ότι το 2020 η κατάθλιψη θα είναι η
δεύτερη (μετά τα καρδιακά νοσήματα) σοβαρότερη αιτία απώλειας της
φυσιολογικής λειτουργίας .
Είναι περίπου δύο φορές συχνότερη στις γυναίκες απ’
ότι στους άνδρες και μπορεί να παρουσιαστεί σε όλες τις ηλικίες, έχει
όμως μεγαλύτερη συχνότητα στη μέση ηλικία.
Ποια είναι τα αίτια της κατάθλιψης
Τα αίτια τής κατάθλιψης είναι σύνθετα :
Γενετικά (γονιδιακά κληρονομούμενη προδιάθεση)
Ψυχολογικά (παράγοντες προσωπικότητας, μηχανισμοί σκέψης και ερμηνείας τής πραγματικότητας κ.α.)
Βιολογικά (π.χ υποθυρεοειδισμός, όγκοι εγκεφάλου, σκλήρυνση κατά πλάκας, νόσος Parkinson, κ.α)
Περιβαλλοντικά – κοινωνικά (απώλεια προσφιλούς προσώπου, απώλεια τής εργασίας, οικονομικά προβλήματα κ.α.)
Ο μηχανισμός της κατάθλιψης
Νεώτερες γνώσεις έχουν προκύψει τελευταία, σχετικά με
τον παθογενετικό μηχανισμό τής κατάθλιψης. Ειδικότερα, φαίνεται ότι η
συνδυασμένη επίδραση διαφόρων αιτίων από τα ανωτέρω πυροδοτεί
νευροενδοκρινικές διαταραχές που με τη σειρά τους προκαλούν τη
συρρίκνωση συγκεκριμένων περιοχών τού εγκεφάλου (π.χ ιππόκαμπος) με
απώλεια μεγάλου αριθμού κυττάρων (έως και 32% τού συνόλου) στις περιοχές
αυτές. Αυτό οδηγεί σε υπεροχή άλλων εγκεφαλικών δομών και περαιτέρω
επιδείνωση τών νευροενδοκρινικών διαταραχών (φαύλος κύκλος). Παράλληλα,
είναι από παλαιότερα γνωστές οι σημαντικές διαταραχές που παρατηρούνται
στους νευροδιαβιβαστές σεροτονίνη, νοραδρεναλίνη και ντοπαμίνη.
Τα συμπτώματα της κατάθλιψης
Η κατάθλιψη μπορεί να εκδηλώνεται με μία ποικιλία συμπτωμάτων:
-
Καταθλιπτική διάθεση , ευσυγκινησία, κλάμα.
-
Άγχος – ανησυχία ή μείωση τής ενεργητικότητας και αδράνεια.
-
Διαταραχές του ύπνου. Συνήθως πρώιμη αφύπνιση, αβαθής ύπνος με πολλά όνειρα, το άτομο δεν αισθάνεται ξεκούραστο το πρωί που ξυπνά. Πιο σπάνια παρατηρείται υπερυπνία .
-
Διαταραχή της όρεξης και του σωματικού βάρους. Συνήθως ανορεξία και απώλεια σωματικού βάρους. Πιο σπάνια, αύξηση της όρεξης και του σωματικού βάρους.
-
Σημαντική απώλεια τού ενδιαφέροντος για την εργασία και για δραστηριότητες οι οποίες παλαιότερα ευχαριστούσαν το άτομο
-
Επιβράδυνση – δυσχέρεια της σκέψης, της μνήμης, της συγκέντρωσης. Αναβλητικότητα στη λήψη αποφάσεων.
-
Μείωση ή πλήρης απώλεια τής σεξουαλικής ορμής και διάθεσης.
-
Δυσάρεστες προβλέψεις για το μέλλον, απαισιοδοξία, αίσθημα αβοηθητότητας.
-
Σκέψεις αναξιότητας, αυτομομφής, ενοχής, ακόμα και γιά γεγονότα προ πολλού παρελθόντα.
-
Παραληρητικές ιδέες ή ψευδαισθήσεις. Στις σοβαρές ψυχωτικές μορφές κατάθλιψης
-
Αυτοκτονικός ιδεασμός. Μεγάλο ποσοστό τών καταθλιπτικών ασθενών κάνει σκέψεις αυτοκτονίας, κάποιοι αποπειρώνται αυτοκτονία και ένα ποσοστό εξ αυτών αυτοκτονούν τελικά. Η αυτοκτονία είναι η σοβαρότερη επιπλοκή τής κατάθλιψης και η εκδήλωση οποιασδήποτε αυτοκτονικής πρόθεσης από τον ασθενή πρέπει να επισύρει την προσοχή τού περιβάλλοντος και τού ιατρού.
Οι μορφές της κατάθλιψης
Εκτός από τις τυπικές μορφές κατάθλιψης, που
περιλαμβάνουν έναν αριθμό (όχι απαραιτήτως όλα) από τα ανωτέρω
συμπτώματα, υπάρχουν και οι άτυπες μορφές κατάθλιψης. Μια από τις μορφές
αυτές, η λεγόμενη «κεκαλυμμένη» κατάθλιψη, παρουσιάζεται με μια
ποικιλία σωματικών ενοχλημάτων (διάφοροι πόνοι, αδυναμία κ.λ.π.) και
χωρίς να προβάλλονται τα ψυχολογικά συμπτώματα της κατάθλιψης. Οι
ασθενείς αυτοί συνήθως ζητούν βοήθεια από ιατρούς μη ψυχιάτρους
(παθολόγους κλ.π.) και αρκετά συχνά η κατάθλιψή τους δεν διαγιγνώσκεται
και δεν αντιμετωπίζεται.
Η κατάθλιψη παρουσιάζεται με μορφή επεισοδίων,τα
οποία χωρίς θεραπεία διαρκούν από τέσσερις μήνες έως δύο χρόνια. Στο 20%
τών περιπτώσεων η νόσος γίνεται χρόνια.
Η θεραπεία της κατάθλιψης
Η θεραπεία της κατάθλιψης συνήθως γίνεται σε
εξωτερική βάση.Η νοσηλεία τού καταθλιπτικού ασθενούς καθίσταται
απαραίτητη εάν αυτός είναι επικίνδυνος για τον εαυτό του ή για άλλους,
εάν δεν συμμορφώνεται με τη λήψη της αγωγής του ή αν χρειάζεται να κάνει
θεραπεία ειδικού τύπου (π.χ. ηλέκτροσπασμοθεραπεία).
Οι σύγχρονες θεραπευτικές μέθοδοι για την κατάθλιψη περιλαμβάνουν τα εξής:
α) Φαρμακευτική αγωγή. Μέθοδος επιλογής στη μεγάλη
πλειοψηφία τών περιπτώσεων. Συνήθως περιλαμβάνει φάρμακα
αντικαταθλιπτικά, αγχολυτικά, νευροληπτικά, σταθεροποιητές της διάθεσης
κ.α.
Νεώτερα ευρήματα υποδηλώνουν ότι τα αντικαταθλιπτικά
φάρμακα επιτελούν το έργο τους με ποικίλους μηχανισμούς. Ειδικότερα,
γνωρίζουμε ότι ανεβάζουν τα επίπεδα τών νευροδιαβιβαστικών ουσιών
σεροτονίνης, νοραδρεναλίνης, ντοπαμίνης στις εγκεφαλικές νευρικές
συνάψεις και δίνουν το ερέθισμα για την τροποποίηση και ενδοκυττάριων
δομών. Εκτός αυτών όμως, αυξάνουν την παραγωγή νέων νευρικών κυττάρων
(«νευρογένεση») προς αποκατάσταση τών κυτταρικών ελλειμμάτων που
αναφέρθηκαν παραπάνω. Η θεραπευτική δράση τών αντικαταθλιπτικών φαρμάκων
είναι εμφανής μετά την πάροδο δύο τουλάχιστον εβδομάδων.
Οι παρενέργειες των αντικαταθλιπτικών φαρμάκων
Οι παρενέργειές τους εξαρτώνται από το είδος και τη
δόση του φαρμάκου, καθώς και από την ιδιοσυγκρασία τού ασθενούς. Τα
νεώτερα αντικαταθλιπτικά έχουν διαφορετικό (και συνήθως ηπιότερο) προφίλ
παρενεργειών από τα παλαιότερα. Πρέπει να τονισθεί ότι τα
αντικαταθλιπτικά φάρμακα δεν είναι εθιστικά .
Η επιλογή των φαρμάκων για την κατάθλιψη
Η επιλογή τής φαρμακευτικής αγωγής γίνεται με
κριτήρια το είδος τής κατάθλιψης, τις ανεπιθύμητες ενέργειες των
φαρμάκων, την ύπαρξη και άλλων σωματικών ή ψυχικών νόσων κ.α. Υπάρχουν
μορφές κατάθλιψης ανθεκτικές στα συνήθη αντικαταθλιπτικά, οι οποίες
απαιτούν ειδικούς φαρμακολογικούς χειρισμούς ή άλλες ειδικές θεραπείες .
Η θεραπεία πρέπει να στοχεύει στην πλήρη
ύφεση τής νόσου και όχι απλά στη βελτίωση τής εικόνας τού ασθενούς. Η
διάρκεια τής θεραπείας του πρώτου καταθλιπτικού επεισοδίου πρέπει να
είναι τουλάχιστον 6-8 μήνες μετά την πλήρη ύφεση της νόσου.
β) Ψυχοθεραπείες. Εφαρμόζονται ψυχοθεραπείες διαφόρων
τύπων (γνωσιακή, αναλυτική, διαπροσωπική κ.α.). Η γνωσιακή –
συμπεριφορική έχει ίσως την πιο τεκμηριωμένη αποτελεσματικότητα.
γ) Άλλες θεραπείες (ηλεκτροσπασμοθεραπεία, φωτοθεραπεία, στέρηση ύπνου)
Συνοψίζοντας, η έγκαιρη αναγνώριση τής νόσου και η
αναζήτηση βοήθειας από τον ασθενή ή το περιβάλλον του, σε συνδυασμό με
την ορθή διάγνωση και θεραπεία, συμβάλλουν στην επαρκή αντιμετώπιση τής
κατάθλιψης και στην ελαχιστοποίηση τών κινδύνων για την ίδια τη ζωή και
τη μελλοντική υγεία τού ατόμου.
Του Δρ. Ζαχαράκη Κωνσταντίνου
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου